- εκφυλλοφορία
- ἐκφυλλοφορία (AM), Μ και ἐκφυλλοφόρησιςκαταδίκη γραμμένη σε φύλλα ελιάς, εξοστρακισμός, εξορία.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἐκφυλλοφορία — ἐκφυλλοφορίᾱ , ἐκφυλλοφορία fem nom/voc/acc dual ἐκφυλλοφορίᾱ , ἐκφυλλοφορία fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκφυλλοφορίαι — ἐκφυλλοφορίᾱͅ , ἐκφυλλοφορία fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκφυλλοφορίαν — ἐκφυλλοφορίᾱν , ἐκφυλλοφορία fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Экфиллофория — • Έκφυλλοφορία (εκφυλλοφορει̃ν), предварительное исключение недостойных членов афинского совета через их сочленов; имя удалявшегося от должности писалось подававшими против него голос булевтами на листьях оливкового дерева. За сим… … Реальный словарь классических древностей
РУССКИЙ УКАЗАТЕЛЬ СТАТЕЙ — Абант Άβας Danaus Абанты Άβαντες Абарис Άβαρις Абдера Abdera Абдулонома Абдул Abdulonymus Абелла Abella Абеллинум Abellinum Абеона Abeona Абидос или Абид… … Реальный словарь классических древностей
πεταλισμός — ὁ, Α [πεταλίζω] η καταδίκη σε εξορία ενός πολίτη στις Συρακούσες που αποφασιζόταν με ψηφοφορία, με την αναγραφή τού ονόματός του σε φύλλο ελιάς, αλλ. εκφυλλοφορία ή εκφυλλοφόρησις (α. «οἱ μὲν Ἀθηναῑοι... ὠνόμασαν ἀπὸ τοῡ συμβεβηκότος ὀστρακισμόν … Dictionary of Greek